ταμίης

ταμίης
ὁ, Α
(επικ. και ιων. τ.) βλ. ταμίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ταμίης — τάμιας one who carves and distributes masc nom sg (epic ionic) ταμία housekeeper fem gen sg (epic ionic) ταμίας masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ЭОЛ —    • Aeolus,          Αίολος,        1. старший сын Геллена и нимфы Орсеиды, внук Девкалиона или Зевса, брат Дора и Ксуфа, властитель фессалийской Магнесии, родоначальник эолийского племени и потому один из прародителей эллинского народа.… …   Реальный словарь классических древностей

  • ταμίας — Ονομάζεται τ. εκείνος ο οποίος διευθύνει ένα ταμείο, ο αρμόδιος για την είσπραξη και πληρωμή χρημάτων καθώς και εκείνος, ο οποίος διαχειρίζεται την περιουσία συλλόγων, σωματείων, συνεταιρισμών κλπ. Κατά την αρχαιότητα ονομάζονταν ταμίαι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”